Όπως ανακοινώθηκε σήμερα το εμβόλιο, που αναπτύσσεται από την αμερικανική φαρμακοβιομηχανία σε συνεργασία με την γερμανική BioNTech έχει αποτρέψει περισσότερο από το 90% των μολύνσεων στην μελέτη. Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου μετρήθηκε με την σύγκριση του αριθμού των συμμετεχόντων που προσβλήθηκαν από τον νέο κορωνοϊό στην ομάδα που έλαβε το εμβόλιο και στην ομάδα που έλαβε ψευδοφάρμακο (placebo) επτά ημέρες μετά την δεύτερη δόση και 28 ημέρες μετά την πρώτη.
Τα προκαταρκτικά αυτά αποτελέσματα ενδεχομένως να ανοίξουν τον δρόμο ώστε να ζητήσει έγκριση έκτακτης χρήσης από τις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές, εάν τα επόμενα βήματα στην έρευνα αποδείξουν ότι είναι και ασφαλές.
Με την επιστημονική κοινότητα να υπολογίζει ότι η αποτελεσματικότητα των πρώτων εμβολίων θα είναι κοντά στο 60% με 70%, το «πάνω από 90% είναι εξαιρετικό» σχολίασε ο διευθύνων σύμβουλος της BioNTech, Ουγκιούρ Σαχίν σε δηλώσεις του στο Bloomberg. «Μας δείχνει ότι η Covid-19 μπορεί να τεθεί υπό έλεγχο. Πρόκειται για μία πρακτική νίκη της επιστήμης» συμπλήρωσε.
Τα έως τώρα δεδομένα πάντως έχουν όρια. Δεν είναι για παράδειγμα ακόμη γνωστό πόσο αποτελεσματικό είναι το εμβόλιο σε κρίσιμες υπο- ομάδες όπως οι ηλικιωμένοι, αφού αυτές οι αναλύσεις δεν έχουν ακόμη γίνει. Δεν είναι επίσης γνωστό εάν μπορεί να αποτρέψει βαριές περιπτώσεις, αφού κανείς από τους συμμετέχοντες που κόλλησαν Covid-19 σε αυτόν τον γύρο της ανάλυσης δεν είχε νοσήσει βαριά.
Ωστόσο σε κάθε περίπτωση τα πρώτα αυτά αποτελέσματα θεωρούνται πολύ καλά και γεμίζουν αισιοδοξία όχι μόνο την Pfizer, αλλά και άλλες εταιρείες, που χρησιμοποιούν παρόμοια τεχνολογία στην ανάπτυξη του εμβολίου, όπως είναι η Moderna. Εάν η μελέτη και της συγκεκριμένης εταιρείας δείξει υψηλά ποσοστά αποτελεσματικότητας, τότε προς τα τέλη του τρέχοντος έτους ή τις αρχές του επόμενου ενδεχομένως να υπάρχουν δύο εμβόλια διαθέσιμα, τουλάχιστον στις ΗΠΑ.
Η Pfizer περιμένει να λάβει follow up δεδομένα δύο μηνών για την ασφάλεια του εμβολίου, μέσα στην τρίτη εβδομάδα του Νοεμβρίου.
Με πληροφορίες από Bloomberg, Reuters
Πηγή: Kathimerini.gr