«Φως» στις αλλαγές που φέρνει το νέο ασφαλιστικό για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αυτοαπασχολούμενους επιχείρησαν να ρίξουν οι ομιλητές που συμμετείχαν στη διαδικτυακή ενημερωτική εκδήλωση που διοργάνωσε στις 7 Μαρτίου ο Φαρμακευτικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης και την οποία παρακολούθησαν περίπου 15.000 φαρμακοποιοί.
Ο Α’ Υποδιοικητής του ΕΦΚΑ Κωνσταντίνος Τσαγκαρόπουλος και ο Δικηγόρος-Εργατολόγος Δημήτριος Μπούρλος παρουσίασαν τα νεότερα δεδομένα που περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο και απάντησαν στις ερωτήσεις των φαρμακοποιών, βοηθώντας τους συναδέλφους να διαμορφώσουν ολοκληρωμένη άποψη και να επιλέξουν την ασφαλιστική κατηγορία στην οποία θα ενταχθούν.
Τη συζήτηση συντόνισε ο Πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης Διονύσιος Ευγενίδης, ο οποίος έθεσε στους δύο ειδικούς τα ερωτήματα που έστειλαν μέσω chat box οι φαρμακοποιοί.
Όπως εξήγησαν οι ομιλητές, η ειδική πλατφόρμα του ΕΦΚΑ https://www.efka.gov.gr/epilego/ έχει τεθεί σε λειτουργία από το τέλος Φεβρουαρίου και οι ασφαλισμένοι πρέπει να επιλέξουν έως τις 13 Μαρτίου την κατηγορία ασφάλισης στην οποία θέλουν να υπαχθούν. Στις 16 Μαρτίου θα αναρτηθούν οι εισφορές Ιανουαρίου 2020, οι οποίες πρέπει να πληρωθούν έως τις 20 Μαρτίου. Θεσπίζονται νέες προκαθορισμένες κατηγορίες για όλους, με ποσά που είναι σταθερά κάθε μήνα και δεν θα αλλάζουν κάθε χρόνο. Θα υπάρχει, όμως, η δυνατότητα, εφόσον κάποιος το επιθυμεί, στις αρχές κάθε έτους να αλλάζει κατηγορία.
Κατά τη διάρκεια της διαδικτυακής εκδήλωσης του ΦΣΘ, ο κ. Μπούρλος εξήγησε ότι με το νέο ασφαλιστικό σύστημα ο προσδιορισμός της σύνταξης και των συντάξιμων αποδοχών γίνεται βάσει του μέσου όρου όλου του ασφαλιστικού βίου του ασφαλισμένου. Κι επειδή το ΙΚΑ ήταν πλήρως μηχανογραφημένο από το 2002 και μετά, επελέγη να οριοθετηθεί ο προσδιορισμός του μέσου όρου των ασφαλιστικών εισφορών το έτος 2002.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι υγειονομικοί δεν έχουν επικούρηση. Ωστόσο από το 2021 παρέχεται προαιρετικά αυτή η δυνατότητα. Μπορούν να έχουν επικούρηση, εφόσον το επιλέξουν.
Όσον αφορά το εφάπαξ, ο κ. Τσαγκαρόπουλος εξήγησε ότι το εφάπαξ είναι υποχρεωτικό. Από την 1η Ιουλίου 2020 και μετά θα δημιουργηθούν τρεις κατηγορίες εφάπαξ και οι ασφαλισμένοι θα έχουν τη δυνατότητα επιλογής μιας εξ αυτών. Μέχρι τότε συνεχίζουμε να καταβάλουμε κανονικά ό,τι καταβάλουμε και σήμερα και από την 1η Ιουλίου και μετά οι ασφαλισμένοι θα έχουν αυτή τη δυνατότητα επιλογής.
Μονοσυνταξιούχοι
Μονοσυνταξιούχοι
Απαντώντας στο ερώτημα τι ισχύει για τους μονοσυνταξιούχους του τέως ΤΣΑΥ και αν οι ήδη συνταξιούχοι θα συνεχίσουν να εισπράττουν προσαύξηση μονοσυνταξιούχων, ο κ. Μπούρλος είπε ότι δεν αλλάζει κάτι και το ποσό το οποίο τους καταβάλλεται είναι το ίδιο. Όσο για τους νέους συνταξιούχους και το αν αυτοί θα εισπράττουν προσαύξηση μονοσυνταξιούχων εφόσον έχουν πληρώσει εισφορές περίπου 30 ετών, ο κ. Μπούρλος επισήμανε ότι για όσο χρονικό διάστημα έχουν καταβάλει εισφορά μονοσυνταξιούχου, θα έχουν μια προσαύξηση στο ποσό της σύνταξης. Η μονοσύνταξη είναι προσθήκη που μπαίνει ακόμη και πριν το 2002, δηλαδή αν έχουν 30 χρόνια ασφάλισης, θα πάρουν προσαύξηση μονοσυνταξιούχου για 30 χρόνια.
Ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης
Σύμφωνα με τον κ. Μπούρλο, αυτή τη στιγμή τα ηλικιακά όρια είναι δύο: το ένα είναι στα 62 έτη με 40 χρόνια ασφάλισης όπου μπορούν να χρησιμοποιηθούν μέχρι επτά πλασματικά έτη και το δεύτερο είναι στα 67 έτη όπου απαιτούνται 15 χρόνια ασφάλισης κατ’ ελάχιστον. Υπάρχει και μια τρίτη κατηγορία που αφορά μόνο τους πρωτασφαλισμένους μετά την 1/1/1993, όχι τους παλιούς. Αυτοί έχουν τη δυνατότητα στα 62 έτη να πάρουν και μειωμένη σύνταξη, κάτι που δεν έχουν οι παλιοί ασφαλισμένοι. Στα 62 έτη μπορούν να πάρουν μειωμένη σύνταξη αν έχουν τουλάχιστον 15 χρόνια ασφάλισης, εκ των οποίων τα δυόμιση πρέπει να είναι την τελευταία πενταετία. Δηλαδή από τα 57 έως τα 62 έτη τους πρέπει να έχουν δυόμισι χρόνια ασφάλισης.
Επιλογή ασφαλιστικής κατηγορίας
Οι ειδικοί εξήγησαν με παραδείγματα πώς μπορεί να γίνει η επιλογή ασφαλιστικής κατηγορίας. Για παράδειγμα, ένας ασφαλισμένος με υπόλοιπο εργασιακού βίου πέντε ή 15 ετών, καλό είναι να ενταχθεί στην τρίτη ή τέταρτη κατηγορία. Κι αυτό διότι, αν στην τριετία του Νόμου Κατρούγκαλου πλήρωνε το κατώτερο ποσό εισφορών, έχει διαμορφώσει μια τριετία με χαμηλό μέσο όρο. Καλό θα ήταν να προσπαθήσει να βελτιώσει αυτόν τον μέσο όρο. Τουλάχιστον να πάει στα επίπεδα αυτά, τα οποία πλήρωνε πριν το 2017, δηλαδή στην τρίτη ή τέταρτη κατηγορία. Όμως αν του λείπει ένας χρόνος για να συνταξιοδοτηθεί, ό,τι κι αν επιλέξει, δεν επηρεάζεται.
Στην ερώτηση «σε ποιο βαθμό επηρεάζεται το ύψος σύνταξης ενός φαρμακοποιού που σταθερά πλήρωνε τα τελευταία 20 χρόνια περίπου 330 ευρώ το μήνα εάν επιλέξει τη χαμηλότερη κλάση κι αν επιλέξει την υψηλότερη για ένα χρόνο ή πέντε χρόνια υπόλοιπου επαγγελματικού βίου», ο κ. Τσαγκαρόπουλος τόνισε ότι ένας ασφαλισμένος που πλήρωνε 330 το μήνα, δεν έχει λόγο να μειώσει και να επιδεινώσει τον τρόπο υπολογισμού του μέσου όρου της σύνταξής του.
Στο ίδιο ερώτημα ο κ. Μπούρλος εξήγησε ότι υπάρχει διαφορά: εάν επιλέξει την πρώτη ασφαλιστική κλάση, με 40 χρόνια ασφάλισης και πέντε χρόνια υπόλοιπου επαγγελματικού βίου, παίρνει σύνταξη 905 ευρώ, ενώ αν επιλέξει την πέμπτη ασφαλιστική κλάση παίρνει σύνταξη 1.039 ευρώ. Η έκτη ασφαλιστική κλάση θα αποφέρει ακόμη πιο υψηλή σύνταξη.
«Εκείνο που δεν πρέπει να μας διαφεύγει είναι ότι μιλάμε για σύνταξη. Δηλαδή η διαφορά των 30 ευρώ είναι 30 ευρώ επί 12 μήνες επί όσα χρόνια θα ζήσουμε και επί όσα χρόνια θα ζήσει η γυναίκα μας, δεδομένου ότι θα πάρει τη σύνταξή μας», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μπούρλος.
-Μετά τα 40 χρόνια ασφάλισης, το ύψος της σύνταξης εξακολουθεί να αυξάνεται κατά 0,5% κάθε χρόνο.
-Όποιος επιθυμεί να βγει στη σύνταξη και καταθέτει αίτηση συνταξιοδότησης, μέχρι να ολοκληρωθεί η εκκαθάριση και να αρχίσει η καταβολή όλου του ποσού της σύνταξης, λαμβάνει έναντι ένα μικρό ποσό.
-Αν ένας συνταξιούχος συνεχίσει να εργάζεται μετά τη συνταξιοδότηση, χάνει το 30% της σύνταξης και συνεχίζει να πληρώνει ασφάλιστρα. Συνεπώς επιλέγει κι αυτός ασφαλιστική κατηγορία, όπως κάνει και ο εν ενεργεία. Φυσικά στην περίπτωση αυτή δεν λαμβάνει έναντι, επειδή συνεχίζει να εργάζεται.
-Τα ασφάλιστρα εξακολουθούν να υπολογίζονται ως έξοδα στα φορολογικά βιβλία.
-Ένας νέος φαρμακοποιός που εργάζεται ως υπάλληλος σε φαρμακείο, ανήκει στην κατηγορία ασφάλισης του μισθωτού, οπότε δεν επιλέγει κατηγορία, εκτός αν ασκεί και ελεύθερο επάγγελμα. Στην περίπτωση αυτή, υποχρεωτικά πρέπει να ενταχθεί στη δεύτερη ασφαλιστική κατηγορία των 252 ευρώ και μπορεί να πάει και σε υψηλότερη.
Συντάξεις χηρείας και θανάτου
Αναφορικά με τις συντάξεις χηρείας, αυτό που ισχύει είναι ότι όταν πεθάνει ο σύζυγος, ο επιζών δικαιούται να πάρει το 70% της σύνταξης του θανόντος για μία τριετία. Αν μετά την τριετία ο επιζών εργάζεται ή συνταξιοδοτείται, τότε το 70% γίνεται 35%. Βάσει του Νόμου Κατρούγκαλου δεν υπάρχει επιλογή και μειώνεται στο μισό η σύνταξη χηρείας, αν ο επιζών παίρνει και δική του σύνταξη. Όταν η σύνταξη χηρείας μειωθεί στο 50%, δεν μπορεί να υπολείπεται των 360 ευρώ.
Σε περίπτωση αιφνίδιου θανάτου, η σύνταξη που παίρνει η οικογένεια ανήκει στην κατηγορία σύνταξης θανάτου. Το ποσό υπολογίζεται με βάση την εθνική και την ανταποδοτική σύνταξη. Δηλαδή τι εισφορές είχε, πόσα χρόνια ασφάλισης είχε, τι μέσο όρο εισφορών είχε από το 2002. Εάν ο θάνατος οφείλεται σε εργατικό ατύχημα, προβλέπεται ένα κατώτατο όριο που είναι τα περίπου 760 ευρώ. Κατά τα λοιπά υπολογίζεται όπως και σε μία σύνταξη γήρατος. Και παίρνει ο επιζών το 70% και κάθε παιδί το 20%.
Δυνατότητα εξαγοράς Στρατού και σπουδών
Σύμφωνα με τους ειδικούς, για να μπορέσει να αναγνωρίσει κάποιος το χρόνο ασφάλισης, πρέπει να πάει στην κατηγορία των 40 ετών. Αν πάει στην κατηγορία των 67 ετών με 15 χρόνια ασφάλισης, ο μόνος πλασματικός χρόνος που μπορεί να προσδώσει στον ασφαλιστικό του βίο είναι ο Στρατός. Τίποτε άλλο.
Τα άλλα, παιδιά, σπουδές κλπ, μπορεί να τα προσθέσει- και μέχρι 7 χρόνια κατά ανώτατο όριο- μόνο αν πάει στην κατηγορία 62 ετών που είναι σήμερα ή όποτε μετά τα 62 έτη με 40 χρόνια ασφάλισης.
Αυτό που πρέπει να προσέξουν οι φαρμακοποιοί, σε περίπτωσης αναγνώρισης πλασματικού χρόνου, εφόσον αιτηθούν την αναγνώριση και εκδοθεί η σχετική απόφαση για τα πλασματικά, γεννάται και η υποχρέωση πληρωμής. Πολλοί πιστεύουν ότι αυτό είναι κάτι προαιρετικό. Δεν ισχύει. Αν κάνουν την αίτηση, δημιουργείται και υποχρέωση. Κατά συνέπεια πρέπει να προσέξουν ώστε ό,τι αιτούνται, να είναι σε θέση να το πληρώσουν.