Ανακουφιστική φροντίδα, ελλείψεις φαρμάκων και χάραξη εθνικής στρατηγικής, βασικά θέματα διαχείρισης του καρκίνου στην Ελλάδα.
«Ο καρκίνος βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι όπου ή θα πάμε μπροστά ή πίσω. Η χώρα δεν έχει περιθώριο να χάσει και άλλο χρόνο. Δυστυχώς η Ελλάδα είναι ουραγός στην αντιμετώπιση του καρκίνου. Αποσπασματικά γίνονται ενέργειες αλλά λείπει το όλον. Να σταματήσουν τα προσχέδια νόμου, χωρίς να συμμετέχουν οι γνωρίζοντες. Ευτυχώς που υπάρχουν και οι δωρεές στο σύστημα υγείας. Πρέπει το κράτος να βρει άκρη με τις ελλείψεις φαρμάκων χαμηλού κόστους, διότι το επόμενο βήμα είναι οι νομικές ενέργειες. Επιτέλους οι φορείς μεταξύ τους πρέπει να αποκτήσουν επικοινωνία. Τα 4 ογκολογικά νοσοκομεία, Αγ. Σάββας, Θεαγένειο. Αγ. Ανάργυροι και Μεταξά είναι υποστελεχωμένα σε χειρουργούς ογκολόγους. Η Ελλάδα είναι από τις ελάχιστες χώρες που δεν έχουν αναγνωρίσει την ιατρική ειδικότητα ή εξειδίκευση της χειρουργικής ογκολογίας, παρά τη σχετική απόφαση του ΚΕΣΥ εδώ και 5 χρόνια».
Αυτές είναι μόνο μερικές από τις σκληρές αλήθειες που ακούστηκαν σε συνέντευξη τύπου που διοργάνωσε με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καρκίνου στις 4 Φεβρουαρίου, η Εταιρεία Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδας (ΕΟΠΕ) όπου επισημάνθηκαν σημαντικά θέματα όπως η ανακουφιστική φροντίδα των ασθενών, οι ελλείψεις σε φάρμακα χαμηλού κόστους και η ανάγκη χάραξης Εθνικής Στρατηγικής για την αντιμετώπιση του καρκίνου στην Ελλάδα. Στην εκδήλωση συμμετείχαν η Ελληνική Ομοσπονδία Καρκίνου (ΕΛΛ.Ο.Κ.), η Ελληνική Εταιρεία Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας (ΕΕΑΟ), η Ελληνική Εταιρεία Χειρουργικής Ογκολογίας (ΕΕΧΟ), ο Εθνικός Σύνδεσμος Νοσηλευτών Ελλάδος (ΕΣΝΕ) και ο Σύλλογος Ανακουφιστικής Φροντίδας Κρήτης «Ζαχαρίας Κ. Μπαντουβάς».
Στην εισαγωγική του ομιλία ο Πρόεδρος της Εταιρείας Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδος, κ. Ιωάννης Μπουκοβίνας, δήλωσε: «Η χώρα μας ανήκει στη μειονότητα των Ευρωπαϊκών χωρών που δεν έχουν ανανεώσει το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τον Καρκίνο τα τελευταία πέντε χρόνια, ενώ θεσμοθετήθηκε από την πολιτεία το Εθνικό Ινστιτούτο Νεοπλασιών που θα είχε και συμβουλευτικό ρόλο στη διαμόρφωση ενός τέτοιου σχεδίου, δεν έχει λειτουργήσει για αδιευκρίνιστους λόγους. Έτσι πορευόμαστε στα τυφλά δίχως οραματικό σχεδιασμό για τον καρκίνο» και συμπλήρωσε ότι στην Ελλάδα παραμένουμε παρατηρητές στις κοσμογονικές εξελίξεις που συντελούνται στην αντιμετώπιση του καρκίνου - με την προσωποποιημένη φροντίδα από το screening έως τη μακρόχρονη παρακολούθηση, την τεχνητή νοημοσύνη, τη διαχείριση δεδομένων μεγάλου όγκου, τα μητρώα ασθενών, τα στοιχεία που συλλέγονται από την υλοποίηση των διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων, κα.
«Οι ασθενείς στη χώρα μας περιμένουν να δουν μία άλλη προοπτική, αυτήν της έγκαιρης διάγνωσης, της γρήγορης παραπομπής σε ειδικό, τη γενίκευση χρήσης των βιοδεικτών, την έγκαιρη πρόσβαση σε νέες θεραπείες, την επανένταξη στην κανονικότητα, τη δημιουργία αρχείου καταγραφής νεοπλασιών, τη δημιουργία μητρώων, την αξιολόγηση των υπαρχουσών δομών, την παρακολούθηση της προόδου των στόχων που τέθηκαν από την Πολιτεία. Αυτά δεν μπορούν να γίνουν αποσπασματικά αλλά μόνον κάτω από τον συντονιστικό ρόλο ενός οργάνου σαν το ΕΙΝΕ, με μία σφικτή δομή και με ευελιξία κινήσεων».
Στην ανάγκη δημιουργίας και υλοποίησης ενός ολοκληρωμένου σχεδίου δράσης για τον καρκίνο αναφέρθηκε η Γενική Γραμματέας της Εταιρείας Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδος, κ. Σοφία Αγγελάκη, με κύριους άξονες την πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση της νόσου, τη δημιουργία μητρώων ασθενών, τη βέλτιστη οργάνωση και κατανομή των ογκολογικών υπηρεσιών, την προώθηση και άμεση εφαρμογή καινοτόμων θεραπευτικών προσεγγίσεων και τεχνολογιών, την αποκατάσταση, την προώθηση της κλινικής και μεταφραστικής έρευνας και την οργάνωση υπηρεσιών για την ανακούφιση των ασθενών, και των φροντιστών τους.
Αναφερόμενη στην ανακουφιστική φροντίδα που στοχεύει στην διαχείριση των παρενεργειών και των ψυχοκοινωνικών επιπτώσεων του καρκίνου και της θεραπείας του, η κ. Αγγελάκη τόνισε ότι: «αποτελεί και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα αναπόσπαστο μέρος ενός ολοκληρωμένου εθνικού σχεδίου για τον καρκίνο». Σύμφωνα με την μελέτη σκοπιμότητας για την ανακουφιστική φροντίδα στην Ελλάδα, η οποία και έγινε με δωρεά του Ιδρύματος Σ. Νιάρχος, 120,000 έως 135,000 ασθενείς και οι οικογένειές τους χρειάζονται σχετικές υπηρεσίες ετησίως ενώ περισσότεροι από το 95% αυτών θα μπορούσαν να λαμβάνουν φροντίδα στο περιβάλλον του σπιτιού τους. Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, περίπου 37% των αναγκών Ανακουφιστικής Φροντίδας αφορά καρκινοπαθείς. Ειδικότερα δε για την ανακουφιστική φροντίδα, επεσήμανε ότι πρέπει να ενεργοποιηθεί το προσχέδιο νόμου που ήδη υπάρχει, καθώς οι υπάρχουσες δομές είναι ανεπαρκείς. Είναι αναγκαίο, τόνισε η ίδια, οι υπάρχουσες δομές να στελεχωθούν περαιτέρω και να δημιουργηθούν και άλλες, τα κονδύλια δε που θα απαιτηθούν μπορούν εύκολα να βρεθούν αν γίνει σωστή ανακατανομή των κονδυλίων.
Η κ. Αγγελάκη τόνισε, ότι η έλλειψη εθνικής στρατηγικής για τον καρκίνο αντικατοπτρίζεται και στις συχνές ελλείψεις που παρατηρούνται σε φάρμακα χαμηλού κόστους, υπογραμμίζοντας ότι είναι καταστροφικές για την επιβίωση των ασθενών. Τα εν λόγω φάρμακα είναι καίριας σημασίας για τη θεραπεία του καρκίνου και στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχουν αποδεδειγμένα αποτελεσματικά υποκατάστατα. Τόνισε επίσης, ότι η ΕΟΠΕ σε σχετική επιστολή καλεί τους αρμόδιους φορείς να προβούν σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες ώστε να καλυφθούν οι τρέχουσες ελλείψεις αλλά και να προληφθεί η εμφάνιση του ίδιου φαινομένου στο μέλλον.
Ο Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας, κ. Γεώργιος Πισσάκας, μιλώντας για τη σημασία της ανακουφιστικής φροντίδας ανέφερε ότι: «Η ανακουφιστική φροντίδα δυστυχώς στην πατρίδα μας δεν έχει βρει ακόμη την σημαντική θέση που οφείλει να έχει στην αντιμετώπιση των ασθενών με καρκίνο, με αποτέλεσμα ο ασθενής, στην πιο δύσκολη φάση της πορείας της νόσου να βρίσκεται μόνος -αυτός και η οικογένειά του- παλεύοντας για λίγη αξιοπρέπεια» και συμπλήρωσε ότι: «Αυτό είναι ένα κομμάτι από την έλλειψη ολοκληρωμένης στρατηγικής για την αντιμετώπιση του καρκίνου στην Ελλάδα, η οποία πρέπει να ξεκινάει από την πρόληψη, να συνεχίζεται με την όσο το δυνατόν πιο έγκαιρη διάγνωση και την κατάλληλη θεραπεία στους ενδεδειγμένους χρόνους και να ολοκληρώνεται με την ανακουφιστική φροντίδα όταν αυτή είναι απαραίτητη. Έτσι μόνο μπορείς να προσφέρεις και ποσότητα και ποιότητα ζωής σε κάθε ασθενή». Δυστυχώς, επεσήμανε ο ίδιος ό,τι έχει γίνει μέχρι τώρα στην ακτινοθεραπευτική ογκολογία έχει γίνει από τις δωρεές, θυμίζοντας ότι το 2020, το Ιδρυμα Σ. Νιάρχος δώρισε 12 γραμμικούς. Σήμερα το Δημόσιο διαθέτει 32 μηχανήματα και ο ιδιωτικός τομέας 18. Όπως ανέφερε έχει υποβληθεί πρόταση στο υπουργείο για να αντικατασταθούν και τα τελευταία παλιά μηχανήματα, καθώς και να δημιουργηθούν επιπλέον κέντρα, προκειμένου να μειωθεί και ο χρόνος αναμονής (λίστα) που φθάνει και τους τρεις μήνες στην Αθήνα. Η συνολική επένδυση σύμφωνα με την πρόταση που έχει υποβληθεί θα φθάσει τα 50 εκατ. Ευρώ περίπου, ενώ έχει προταθεί και η ολοήμερη λειτουργία των κέντρων.
Από την πλευρά του, ο κ. Ιωάννης Καραϊτιανός, Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Χειρουργικής Ογκολογίας δήλωσε: «Βασικός πυλώνας της θεραπευτικής αντιμετώπισης του καρκίνου είναι η χειρουργική ογκολογία, που αποτελεί μία εξειδίκευση της γενικής χειρουργικής. Οι εξειδικευμένοι χειρουργοί συνεργάζονται στενά με τις λοιπές ογκολογικές ειδικότητες στο πλαίσιο ομάδος αλλά και του ογκολογικού συμβουλίου για τη σωστή επιλογή των ενδείξεων για χειρουργική επέμβαση και το είδος αυτής. Οι αποφάσεις έχουν ως γνώμονα την ορθή αντιμετώπιση των ασθενών για το βέλτιστο θεραπευτικό αποτέλεσμα αλλά και την εξασφάλιση μιας καλής ποιότητας διαβίωσης με αποφυγή, ει δυνατόν, ακρωτηριαστικών επεμβάσεων (π.χ. μαστεκτομή, κολοστομίες, ακρωτηριασμοί άκρων, κ.λπ.). Εξάλλου, οι σύγχρονες εξελίξεις στη χημειοθεραπεία, ανοσοθεραπεία και οι στοχεύουσες θεραπείες συνοδεύονται από πολλές βαρείες επιπλοκές που καλείται να αντιμετωπίσει συχνά ο χειρουργός. Ο καλός χειρουργός είναι εκείνος που ξέρει πώς να χειρουργήσει, πότε να χειρουργήσει και ακόμα καλύτερα πότε να μην χειρουργήσει. Δυστυχώς η Ελλάδα είναι από τις ελάχιστες χώρες που δεν έχουν αναγνωρίσει την ιατρική ειδικότητα ή εξειδίκευση της χειρουργικής ογκολογίας, παρά τη σχετική ομόφωνη απόφαση της ολομέλειας του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας ( ΚΕΣΥ) εδώ και περισσότερο από 5 χρόνια. Εξάλλου οι ελλείψεις στη στελέχωση των 4 ειδικών ογκολογικών νοσοκομείων της χώρας στους τομείς της Παθολογοανατομίας και της Χειρουργικής, καθιστούν δυσχερέστερη την αντιμετώπιση των ογκολογικών ασθενών και αναπόφευκτες τις καθυστερήσεις που μπορεί να επιβαρύνουν την τελική πρόγνωση της νόσου».
O Πρόεδρος του Τομέα Νοσηλευτικής Ογκολογίας του Εθνικού Συνδέσμου Νοσηλευτών Ελλάδος, κ. Δημήτριος Παπαγεωργίου, υπογράμμισε στη διάρκεια της ομιλίας του ότι η ανακουφιστική φροντίδα, η έλλειψη σκευασμάτων χαμηλού κόστους και η χάραξη Εθνικής στρατηγικής για την αντιμετώπιση του καρκίνου, είναι θέματα που απασχολούν το χώρο των Ογκολογικών Νοσηλευτών επισημαίνοντας ότι: «Η χώρα μας υστερεί ογκολογικών νοσηλευτικών ειδικοτήτων και εξειδικεύσεων και η προσπάθειά του Τ.Ν.Ο. ΕΣΝΕ θα επικεντρωθεί τα επόμενα χρόνια στη θεσμοθέτηση της ογκολογικής ειδικότητας, στην ενεργό συμμετοχή μας σε όλα τα επίπεδα της Πρόληψης (Πρωτογενές, Δευτερογενές και Τριτογενές επίπεδο πρόληψης) στο πλαίσιο της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και της φροντίδας στο σπίτι, στην προβολή των αξιών και της σημασίας της ανακουφιστικής φροντίδας, καθώς και στην ανάδειξη του προβλήματος της υποστελέχωσης των Ογκολογικών Τμημάτων στα Νοσοκομεία».
Η κ. Καίτη Αποστολίδου, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Συμμαχίας Ασθενών με Καρκίνο – ECPC-European Cancer Patient Coalition, και Πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου-ΕΛΛΟΚ στην ομιλία της, ανέφερε ότι «Η έλλειψη οράματος και εθνικής στρατηγικής για τον καρκίνο «τον Αυτοκράτορα των Ασθενειών» είναι διαχρονική στη χώρα μας. Παρά τις δημόσια εκφρασμένες θέσεις μας για την ανάγκη κατάρτισης εθνικής στρατηγικής για τον καρκίνο και την βιο-ιατρική έρευνα για τον καρκίνο, δεν είχαμε καμία απάντηση από καμία κυβέρνηση. Η χώρα μας μέχρι τώρα δεν αντιμετώπισε τον καρκίνο με τη σοβαρότητα που αρμόζει, με αποτέλεσμα η Ελλάδα είναι απούσα από τα Ευρωπαϊκά forα πολιτικής για τον καρκίνο».
Στη συνέχεια πρόσθεσε ότι «Σήμερα, την ώρα που στην Ευρώπη, όλοι συζητούν με τους επίσημους φορείς τους την κοσμογονία που γίνεται στους τομείς έρευνας και τεχνολογίας και υγείας για τον καρκίνο, με τις νέες Ευρωπαϊκές πολιτικές «Αποστολή Καρκίνος» και «Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα για τον Καρκίνο», οι οποίες επίσημα θα παρουσιαστούν από την Ευρωπαία Επίτροπο Υγείας και Τροφίμων, κα Στέλλα Κυριακίδου, την Τρίτη 4 Φεβρουαρίου και Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καρκίνου, στο Ευρωκοινοβούλιο, είναι η στιγμή που η χώρα μας πρέπει να αδράξει την ευκαιρία και να αποφασίσει την έναρξη της συστηματικής αντιμετώπισης του καρκίνου με τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού Εθνικού Σχεδίου Δράσης. Ένα ολιστικό, ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης, το οποίο θα περιλαμβάνει την πρόληψη, την έγκαιρη διάγνωση, τη θεραπευτική αντιμετώπιση, την αποκατάσταση και επανένταξη στην εργασία και το κοινωνικό σύνολο, την έρευνα και φυσικά την ανακουφιστική φροντίδα. Σήμερα υπάρχει το ΕΙΝΕ-Εθνικό Ινστιτούτο Νεοπλασιών, το οποίο θεσμοθετήθηκε πέρσι το Μάρτιο και μέχρι σήμερα δεν έχει τεθεί σε λειτουργία, και το ΕΔΙΑΟ-Εθνικό Δίκτυο Ιατρικής Ακριβείας στην Ογκολογία, το οποίο δυστυχώς δεν έχει θεσμοθετηθεί ακόμη, παρά την δραστηριότητα που έχει επιδείξει μέχρι σήμερα και την αναγνωρισιμότητα και το κύρος που απολαμβάνει στο εξωτερικό. Αποτελούν και τα δύο μία πολύ σημαντική βάση στην οποία οφείλει η σημερινή πολιτική ηγεσία να επενδύσει και να συμπεριλάβει σε κάθε σχέδιο δράσης για τον έλεγχο του καρκίνου».
Κλείνοντας την ομιλία της τόνισε ότι «τα προβλήματα, που πολλά επανέρχονται τακτικά, όπως οι ελλείψεις φαρμάκων, οι μεγάλες ελλείψεις ιατρονοσηλευτικού προσωπικού ογκολογικών ειδικοτήτων, ο απαξιωμένος νοσοκομειακός εξοπλισμός, η παντελής έλλειψη ανακουφιστικής φροντίδας στο νοσοκομείο ή στο σπίτι, είναι θέματα που χρήζουν άμεσης τεκμηριωμένης αντιμετώπισης, από ένα σύγχρονο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τον Καρκίνο, με την αναγκαία χρηματοδότηση και ένα άρτια συγκροτημένο πληθυσμιακό Εθνικό Μητρώο Νεοπλασιών. Η Ελλάδα δεν χρειάζεται να ανακαλύψει ξανά τον τροχό για να οργανώσει αποτελεσματικά την ογκολογική περίθαλψη, έχει διακεκριμένους επιστήμονες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και μπορεί να χρησιμοποιήσει το απαύγασμα της Ευρωπαϊκής ογκολογικής εμπειρίας και πολιτικής για τον καρκίνο, που εμπεριέχεται στις συστάσεις πολιτικής των Ευρωπαϊκών Κοινών Δράσεων για τον Έλεγχο του Καρκίνου».
Κλείνοντας την εκδήλωση, η Πρόεδρος του Συλλόγου Ανακουφιστικής Φροντίδας Κρήτης «Ζαχαρίας Κ. Μπαντουβάς», κ. Ροσβίτα Μπαντουβά ανέλυσε τα πολλαπλά οφέλη της ανακουφιστικής φροντίδας για τους ασθενείς και τις οικογένειές τους, την κοινωνία και το Εθνικό Σύστημα Υγείας, ποιους αφορά στην Ελλάδα, σχετικά παραδείγματα από άλλες Ευρωπαϊκές χώρες και τόνισε ότι: «Το βασικό μέλημα της Ανακουφιστικής φροντίδας πρέπει να γίνει εξίσου γνωστό σε όλους τους εργαζομένους στον τομέα υγείας, αλλά και στο ευρύτερο κοινό, όπως το βασικό μέλημα της προληπτικής, θεραπευτικής και αποκαταστικής υγείας».
Πηγή : iatronet