Εισαγωγή
Σήμερα οι ελλείψεις φαρμάκων
αποτελούν πρόβλημα σε παγκόσμιο επίπεδο και καταγράφονται σε όλα τα στάδια της
εφοδιαστικής αλυσίδας, ενώ υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι η κατάσταση
επιδεινώνεται. Οι διαρκείς ελλείψεις σε φάρμακα αναγνωρίζονται πλέον ως πρόβλημα
στον τομέα της δημόσιας υγείας[1], το οποίο πλήττει άμεσα
την περίθαλψη των ασθενών.
Στις αρχές του 2012 ο PGEU
διενέργησε έρευνα μεταξύ
των μελών του, ήτοι των εθνικών ενώσεων φαρμακοποιών, προκειμένου να διαπιστώσει
το μέγεθος και την έκταση του προβλήματος των ελλείψεων στην ΕΕ. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα
της έρευνας, παρόλο που κάποιες χώρες πλήττονται περισσότερο από άλλες, ελλείψεις
φαρμάκων αναφέρθηκαν από όλους τους ερωτώμενους και το πρόβλημα είναι σε έξαρση.
Η έρευνα αποκάλυψε ότι μεγάλος αριθμός φαρμάκων είναι σε έλλειψη, συμπεριλαμβανομένων
ακόμη και βασικών σκευασμάτων, όπως της ασπιρίνης[4], ενώ οι γενικευμένες
ελλείψεις αυξήθηκαν το τελευταίο χρόνο – μόνο στο ΗΒ σημειώνεται ετήσια αδυναμία
εφοδιασμού περισσότερων του ενός εκατομμυρίου φαρμάκων υπό συγκεκριμένη
ονομασία[5].
Προκειμένου να αντιμετωπίσουν
το πρόβλημα, οι εθνικές αρχές κάποιων Κρατών Μελών άρχισαν να παρακολουθούν την
κατάσταση και να δημιουργούν διαδικτυακούς τόπους για το κοινό, στους οποίους αναρτώνται
πληροφορίες σχετικά με τις τρέχουσες ελλείψεις[6],[7]. Για παράδειγμα, η KNMP, η εθνική ένωση φαρμακοποιών της Ολλανδίας, προέβη
στη δημιουργία ιστοτόπου[8] μέσω του οποίου οι φαρμακοποιοί
μπορούν να ενημερωθούν για το πρόβλημα, την προβλεπόμενη ημερομηνία αποκατάστασης
των παραδόσεων, τις διαθέσιμες εναλλακτικές στην αγορά και τις επιπτώσεις που
επιφέρει για τους ασθενείς η τυχόν απουσία εναλλακτικών.
ΑΙΤΙΕΣ
Τι προκαλεί τις ελλείψεις;
Δεν υπάρχει μία μόνο απάντηση. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους κάποια φάρμακα
δεν είναι διαθέσιμα. Η αλυσίδα εφοδιασμού των φαρμάκων είναι εξαιρετικά σύνθετη
και η αποτελεσματικότητά της έγκειται στις επιδόσεις κάθε μεμονωμένου εμπλεκομένου,
συμπεριλαμβανομένων των προμηθευτών των υλικών, παρασκευαστών, χονδρεμπόρων, φαρμακοποιών και μεσαζόντων. Η διακοπή της αλυσίδας
εφοδιασμού σε οποιοδήποτε στάδιο μπορεί να επιφέρει ελλείψεις.
Τέτοια διακοπή μπορεί να
προκληθεί λόγω:
·
Της ολοένα αυξανόμενης παγκοσμιοποιημένης φύσης της φαρμακοβιομηχανίας, με
την παραγωγή συγκεντρωμένη σε λιγότερα σημεία διεσπαρμένα ανά τον κόσμο. Αυτή η
τάση μπορεί να επηρεάσει σοβαρά την παραγωγική ικανότητα, όταν επί παραδείγματι
προκύπτουν ζητήματα ποιότητας ή δυσκολίες στην ανεύρεση πρώτων υλών.
·
Της μεταστροφής στη ζήτηση, συνεπεία μακροπρόθεσμων παραγόντων, όπως της
δημογραφικής αλλαγής, αλλά και βραχυπρόθεσμων παραγόντων, όπως της σύναψης
συμβάσεων για την προμήθεια φαρμάκων, οι οποίοι δυσχεραίνουν την επαρκή διοχέτευση
φαρμάκων σε κάποιες αγορές.
·
Των τιμολογιακών πολιτικών και τυχόν ρυθμιστικών αλλαγών που ενδέχεται
συχνά να έχουν επιπτώσεις στην προσφορά.
·
Της επιβολής από τη φαρμακοβιομηχανία σταθερών ποσοστώσεων (πλαφόν) για
την προμήθεια φαρμάκων επί τη βάσει συχνά ανακριβούς εκτίμησης των πραγματικών αναγκών
των ασθενών καθώς και της κατάργησης του παραδοσιακού ρόλου των χονδρεμπόρων,
συνεπεία των υιοθετηθέντων σε συγκεκριμένες αγορές σχημάτων απευθείας πώλησης
από τη βιομηχανία (DTP - direct to pharmacy).
·
Της κατάργησης σε κάποιες χώρες της υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας
/ ανάγκης τήρησης ελάχιστων αποθεμάτων σε εθνικό επίπεδο.
·
Της χαμηλής προτεραιότητας που δίνεται σε μικρότερες αγορές.
·
Των επιπτώσεων της Ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς (π.χ. των εξαγωγών) και των
διαφορετικών τιμών που εφαρμόζονται στα φάρμακα.
ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ
ΦΑΡΜΑΚΕΙΩΝ
Εκείνοι που ουσιαστικά πλήττονται
από τις ελλείψεις είναι οι ασθενείς, οι οποίοι υποβάλλονται φυσικά σε άσκοπη ταλαιπωρία
και φτάνουν στην απόγνωση λόγω της μη διαθεσιμότητας φαρμάκων, που κινδυνεύει να επηρεάσει
επίσης τα αποτελέσματα των θεραπειών τους. Σε περίπτωση που ένα φάρμακο δεν είναι
διαθέσιμο, χορηγείται στον ασθενή κάποιο εναλλακτικό, το οποίο σε ορισμένες περιπτώσεις
δεν είναι κατάλληλο για την αρχική θεραπεία και ενδέχεται να είναι πιο ακριβό. Εάν
δεν υπάρχουν διαθέσιμες εναλλακτικές και ο ασθενής δε λάβει τη θεραπεία του, η
έκβαση μπορεί να είναι μοιραία. Εν τέλει οι ασθενείς χάνουν την εμπιστοσύνη
τους στο σύστημα υγείας. Κάποιες κυβερνήσεις έχουν επιτρέψει τις έκτακτες εισαγωγές
φαρμάκων από άλλες χώρες, εφόσον δεν υπάρχουν εναλλακτικές για τα φάρμακα που
είναι σε έλλειψη στην εθνική αγορά, γεγονός που όμως κινδυνεύει να προκαλέσει έλλειψη
στην χώρα που προβαίνει στην εξαγωγή.
Οι ελλείψεις αποτελούν πηγή έντονης ανησυχίας για τους φαρμακοποιούς και
σε κάποιες χώρες ήδη επηρεάζουν την καθημερινή εργασία τους: αναφέρεται ότι στο
ΗΒ το προσωπικό των φαρμακείων αφιερώνει κατά μέσο όρο τρεις ώρες εβδομαδιαίως στην
προσπάθεια εύρεσης φαρμάκων τα οποία αδυνατεί να παραγγείλει από τη συνήθη
φαρμακαποθήκη του[9], ήτοι συνολικά 156 ώρες
ετησίως ανά βρετανικό φαρμακείο. Οι φαρμακοποιοί συνήθως καταφεύγουν στο εθνικό
ή περιφερειακό δίκτυο ιδιωτικών φαρμακείων, προκειμένου να αναζητήσουν φάρμακα
που είναι σε έλλειψη στις φαρμακαποθήκες, ενώ ενδέχεται να διατίθενται σε κάποιο
γειτονικό φαρμακείο. Από την άλλη οι ασθενείς, παραδοσιακά συνηθισμένοι στον
εξαιρετικά αξιόπιστο μηχανισμό εφοδιασμού φαρμάκων στην Ευρώπη, δυσκολεύονται
να κατανοήσουν πού οφείλεται η έλλειψη ενός φαρμάκου και ενδέχεται να περιέλθουν
σε απόγνωση.
Ο χρόνος που απαιτείται για την προσπάθεια
επίλυσης των προβλημάτων που προκαλούν οι ελλείψεις είναι χρόνος που θα
μπορούσε να αξιοποιηθεί καλύτερα συμβουλεύοντας τους ασθενείς και μεριμνώντας
για τις ανάγκες τους. Επιπλέον οι φαρμακοποιοί
συχνά δεν είναι εξουσιοδοτημένοι βάσει νόμου να συνδράμουν τους ασθενείς που το
έχουν ανάγκη, ακόμη κι αν διαθέτουν τις κατάλληλες δεξιότητες: στα περισσότερα
Κράτη Μέλη η υποκατάσταση θεραπείας από το φαρμακοποιό[10] ή η τροποποίηση των
ιατρικών συνταγών είναι παράνομη.
Πρόσθετη πηγή απογοήτευσης για τους φαρμακοποιούς
είναι η έλλειψη ενημέρωσης σχετικά με τις ελλείψεις, το βαθμό σοβαρότητάς τους,
τις αιτίες και τους χρόνους εξομάλυνσης της κατάστασης. Εάν υπήρχε έγκαιρη και
αποτελεσματική ενημέρωση, θα μπορούσαν να εξυπηρετήσουν καλύτερα τους ασθενείς
τους και να προγραμματίσουν την εργασία τους, τηρώντας τα ανάλογα αποθέματα.
Δεδομένων των ανωτέρω οι εταίροι – μέλη της εφοδιαστικής αλυσίδας φαρμάκων στην
Ιταλία, συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτών φαρμακοποιών, πήραν μια πρωτοβουλία η οποία
ενθαρρύνει την κοινοποίηση σχετικών πληροφοριών από όλους τους ενδιαφερόμενους,
μόλις η έλλειψη γίνει αισθητή. Τα αίτια της έλλειψης, η έκταση του προβλήματος και
οι χρόνοι επίλυσής του είναι κάποια από τα στοιχεία που γνωστοποιούνται στους
ιδιώτες φαρμακοποιούς, επιτρέποντάς τους να μεριμνούν για την έγκαιρη ενημέρωση
των ασθενών.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ
Τα ευρήματα της έρευνάς μας επιβεβαιώνουν
ότι η πλειονότητα των φαρμακοποιών στην Ευρώπη έρχονται αντιμέτωποι με ελλείψεις
κατά την εξάσκηση του επαγγέλματός τους. Η προσπάθεια αντιμετώπισης των ελλείψεων
συνιστά απογοητευτική και χρονοβόρα περίσπαση από την περίθαλψη των ασθενών˙
ακόμη χειρότερα, οι ελλείψεις φαρμάκων μπορεί να εμποδίσουν τη θεραπεία και να αποβούν
μοιραίες.
Προτείνεται μια σειρά από συστάσεις,
προκειμένου να επιλυθεί το πρόβλημα σε ευρωπαϊκό και
εθνικό επίπεδο:
1) Επέκταση του πεδίου λειτουργίας των
φαρμακείων: όταν τα φάρμακα είναι σε έλλειψη, οι φαρμακοποιοί μπορούν να
αξιοποιήσουν τις δεξιότητές τους, προκειμένου να διαχειριστούν με το βέλτιστο
δυνατό τρόπο την περίθαλψη των ασθενών. Σε περίπτωση που ένα φάρμακο δεν είναι διαθέσιμο,
μπορούν να χορηγούνται εναλλακτικά φάρμακα σύμφωνα με τοπικές κατευθυντήριες
γραμμές και σε συνεννόηση με τον θεράποντα ιατρό.
2) Οι εμπλεκόμενοι στην εφοδιαστική αλυσίδα
θα πρέπει να ενθαρρύνονται να γνωστοποιούν στους φαρμακοποιούς τυχόν διακοπές στο
μηχανισμό προμήθειας των φαρμάκων, όταν αυτές παρατηρούνται, καθώς και την
αιτία της διακοπής, τη διάρκεια της έλλειψης και την προβλεπόμενη ημερομηνία
αποκατάστασης των φυσιολογικών επιπέδων ανεφοδιασμού, όπως ήδη συμβαίνει στην
Ιταλία. Επιπλέον οι χονδρέμποροι πρέπει να καλούνται να ανταλλάσσουν πληροφορίες
ως προς τα ελάχιστα αποθέματα των φαρμάκων, προκειμένου τυχόν ελλείψεις να
προλαμβάνονται.
3) Οι πολιτικές των κυβερνήσεων θα πρέπει
να προωθούν τον επαρκή ανεφοδιασμό φαρμάκων. Παρόλο που καμία κυβέρνηση δεν είναι
σε θέση να δώσει εντολή στους παρασκευαστές να παρασκευάσουν φάρμακα, μπορούν να
απαιτήσουν την τήρηση ελάχιστου εθνικού αποθέματος καθορισμένων φαρμάκων από
μέρους των χονδρεμπόρων και των παρασκευαστών, προκειμένου να διασφαλιστεί η
επάρκεια ανεφοδιασμού. Το Άρθρο 81 αποσκοπούσε στην εξασφάλιση επαρκούς ανεφοδιασμού συγκεκριμένων
προϊόντων στην αγορά. Ωστόσο καταγράφεται πληθώρα περιπτώσεων στις οποίες τα φαρμακεία
δε μπορούν να προμηθευθούν τα φάρμακα που χρειάζονται για τους ασθενείς τους. Θα
πρέπει να εξεταστεί η τυχόν ενίσχυση των διατάξεων του Άρθρου 81, ενώ
ταυτόχρονα οι τιμολογιακές πολιτικές και τα μέτρα λιτότητας θα πρέπει να
εφαρμόζονται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην εμποδίζεται η προμήθεια φαρμάκων.
4) Οι εμπλεκόμενοι και οι κυβερνήσεις
θα πρέπει να δίνουν απόλυτη
προτεραιότητα στις ανάγκες των ασθενών κατά την χάραξη των επιχειρηματικών
πολιτικών και της εθνικής νομοθεσίας και στρατηγικών. Οι τελευταίες υποχρεούνται
πρωτίστως να εξασφαλίζουν την έγκαιρη και επαρκή προμήθεια φαρμάκων στους
ασθενείς.
Τέλος καλούμε τις επιχειρήσεις – εταίρους
μας στην εφοδιαστική αλυσίδα, τις κυβερνήσεις και τους θεσμούς της ΕΕ να συνεργαστούν
στενά για τον καλύτερο σχεδιασμό του ανεφοδιασμού φαρμάκων στην Ευρώπη και να ανταλλάσσουν
εκ των προτέρων πληροφορίες αναφορικά με τυχόν ελλείψεις, προκειμένου να ικανοποιούνται
οι ανάγκες των Ευρωπαίων ασθενών και οι ίδιοι να λαμβάνουν εγκαίρως τα φάρμακά
τους.