ΡΟΗ

6/recent/ticker-posts

Σε ποιο ράφι ανήκουν τελικά τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα;

Είναι άραγε τα Μη Συνταγογραφούμενα Φάρμακα (ΜΗΣΥΦΑ) ή διαφορετικά τα OTC (over the counter) ένας μικρός θησαυρός; Φαίνεται πως ναι.  Ο τζίρος των OTC σε παγκόσμιο επίπεδο ξεπερνά τα 73 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας διαρκώς αυξητικές τάσεις, ιδιαίτερα από το 2008 και μετά. Παρά την οικονομική κρίση, η αγορά των ΜΗΣΥΦΑ συνεχίζει να διευρύνεται, έχοντας ως συμμάχους την εξελισσόμενη φαρμακευτική καινοτομία, τις βελτιωμένες τεχνικές προώθησης και μάρκετινγκ και, σε ό,τι αφορά την Ευρώπη, το ευρύ δίκτυο πώλησής τους.

Και στην Ελλάδα; Πρόκειται για μια εντελώς διαφορετική ιστορία. Ένα φάρμακο μπαίνει στη λίστα των μη συνταγογραφούμενων, υπό την προϋπόθεση ότι θα το ζητήσει η παρασκευάστρια εταιρεία και θα το εγκρίνει ο ΕΟΦ. Επίσης πρέπει να πωλείται χωρίς ιατρική συνταγή και μπορεί να διαφημιστεί από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Σύμφωνα, όπως, με το υπάρχον νομικό πλαίσιο, θα πρέπει να διατίθενται αποκλειστικά από τα φαρμακεία.


Στους όρους που θα πρέπει να τηρούν τα ΜΗΣΥΦΑ, αναφέρονται τα εξής: «Να είναι φάρμακα κοινόχρηστα, μη ενέσιμα, ευρείας κατανάλωσης, προοριζόμενα για ελαφριάς μορφής παθήσεις, των οποίων τα συμπτώματα αναγνωρίζονται εύκολα από τον ασθενή. Να μην θέτουν αμέσως ή εμμέσως σε κίνδυνο την υγεία των ασθενών. Να προστατεύουν το ασθενή από κακή χρήση και να μην δημιουργούν εθισμό».

Ενδεικτικά, στα ΜΗΣΥΦΑ περιλαμβάνονται για παράδειγμα παυσίπονα, όπως τα γνωστά σε όλους Depon, Nurofen, Panadol και Αλγκόν, σκευάσματα για τον πονόλαιμο και την ανακούφιση από το κρυολόγημα, όπως Bisolvon, Otrivin, Strepsils, Vicks, αλλά και το ευρείας χρήσης Betadine ή το φαρμακευτικό οινόπνευμα. Θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν και ως σκευάσματα προς «αυτοθεραπεία».

Στο ΦΕΚ με Αρ. 284 (10-02-2004) «Όροι και προϋποθέσεις κυκλοφορίας φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων, για τη διάθεση των οποίων δεν απαιτείται ιατρική συνταγή», το πλαίσιο της διάθεσης την ΜΗΣΥΦΑ καθορίζεται ως εξής: «Τα φαρμακευτικά προϊόντα της κατηγορίας ΜΗΣΥΦΑ, για τη διάθεση των οποίων δεν απαιτείται ιατρική συνταγή, διατίθενται αποκλειστικά από τα φαρμακεία δια χειρός φαρμακοποιού».

Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου τα ΜΗΣΥΦΑ διατίθενται ελεύθερα και από τα ράφια των καταστημάτων λιανικής. Πιο συγκεκριμένα, η πώληση των ΜΗΣΥΦΑ έχει απελευθερωθεί σε Γερμανία, Ιταλία, Αγγλία, Πολωνία, Τσεχία, Ολλανδία, Ουγγαρία, Σουηδία, Πορτογαλία, Δανία, Βουλγαρία και Νορβηγία, με το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς να κατέχουν κυρίως οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Στη Δανία μάλιστα επιτρέπεται η πώληση μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων και μέσω διαδικτύου, σε πολύ ανταγωνιστικές τιμές.

Στη χώρα μας, το ποσοστό μικτού κέρδους για τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα για τους φαρμακοποιούς είναι 35% επί της χονδρικής τιμής. Από τις 20 Μαΐου 2010 τα ΜΗΣΥΦΑ δεν αποζημιώνονται από τα ασφαλιστικά ταμεία στο πλαίσιο της περιστολής της φαρμακευτικής δαπάνη, καθώς η κάλυψή τους επιβάρυνε τα ταμεία κατά μέσο όρο με περισσότερα από 40 εκατ. ευρώ.

Το ερώτημα που τίθεται είναι εύλογο: Εφόσον τα ΜΗΣΥΦΑ δεν επιβαρύνουν τη φαρμακευτική δαπάνη, γιατί να μην διατίθενται και από καταστήματα λιανικής και μεγάλες αλυσίδες;

Η απάντηση εξαρτάται από το ποιος κάθεται στην απέναντι πλευρά του τραπεζιού. Φαρμακοποιοί με τους οποίους συνομίλησε το Capital.gr προβάλλουν δύο βασικά επιχειρήματα: το πρώτο, ότι είναι απαραίτητη η καθοδήγηση και η επιστημονική συμβουλή του φαρμακοποιού για τη χορήγηση οποιουδήποτε φαρμακευτικού σκευάσματος. Το δεύτερο είναι πως οι επαγγελματίες του χώρου εκφράζουν σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά με το εάν θα τηρούνται οι κανόνες φύλαξης και διατήρησης των φαρμάκων από τα καταστήματα λιανικής.

Αντικρούοντας το πρώτο επιχείρημα, στελέχη αλυσίδων super market αναφέρουν πως η πώληση των ΜΗΣΥΦΑ δεν θα γινόταν απευθείας από τα ράφια των καταστημάτων λιανικής, αλλά από ειδικά stands υπό τη γνωστή μορφή φαρμακείου, με την παρουσία εξάλλου φαρμακοποιού. Όσο για το δεύτερο, λένε πως υπάρχει πληθώρα ευαίσθητων προϊόντων που πωλούνται μέσω εμπορικών αλυσίδων χωρίς κανένα πρόβλημα.

Όσο για την τιμή, που για πολλούς είναι και το "πάπλωμα" της υπόθεσης, θα μπορούσε η απελευθέρωση της αγοράς των ΜΗΣΥΦΑ να μειώσει την τιμή τους; Θεωρητικά ναι, αν ληφθεί υπόψη το πρόσφατο παράδειγμα της πώλησης γάλακτος της πρώτης βρεφικής ηλικίας στα super market, η οποία οδήγησε σε συμπίεση τιμών γύρω στο 20%. Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και με τα ΜΗΣΥΦΑ, μια αγορά δισεκατομμυρίων που προσδοκά να διατηρεί πάντα «γεμάτο» το φαρμακείο του σπιτιού. Παράγοντες των καταστημάτων λιανικής εκτιμούν πως η μείωση μπορεί να αγγίξει ακόμη και το 35%.

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η τιμή πώλησης ενός φαρμακευτικού ιδιοσκευάσματος καθορίζεται από το νόμο στην Ελλάδα και συνίσταται στο μέσο όρο των τριών φθηνότερων τιμών στην Ευρώπη. Τα ΜΗΣΥΦΑ, όμως, στα 24 από τα 27 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης πωλούνται με τιμή ελεύθερα καθοριζόμενη από το παρασκευαστή, γεγονός που τα καθιστά ολοένα και πιο ανταγωνιστικά.

Αν, τελικά, επικρατήσει η επιχειρηματολογία του φαρμακευτικού κλάδου για την ανάγκη διάθεσης των ΜΗΣΥΦΑ (τα οποία εντέλει αποτελούν φάρμακα) μόνο από τα φαρμακεία, τότε γιατί συμπαρασύρεται και η πώληση των συμπληρωμάτων διατροφής; Στο ΦΕΚ Αρ. 935 (13-11-1995) «Κυκλοφορία συμπληρωμάτων διατροφής» δίνεται ο εξής ορισμός: «Συμπληρώματα  διατροφής είναι προϊόντα που περιέχουν  συμπυκνωμένα ένα ή περισσότερα θρεπτικά συστατικά των οποίων ο προορισμός είναι να συμπληρώσουν το ημερήσιο διαιτολόγιο του ανθρώπου όταν η διατροφή του δεν είναι ισορροπημένη και δεν ανήκουν στην κατηγορία των κοινών τροφών, δεν είναι φάρμακα σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί φαρμάκων, ούτε προϊόντα ειδικής διατροφής και δεν προορίζονται για ειδικές κατηγορίες». Ωστόσο, όπως αναφέρεται στο επόμενο άρθρο, «Η διάθεση των συμπληρωμάτων διατροφής γίνεται αποκλειστικά από τα φαρμακεία».


Πηγή: capital.gr