Οι προκλήσεις που σχετίζονται με τον διαβήτη, ο οικονομικός του αντίκτυπος στα συστήματα υγείας και οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών και τη βέλτιστη διαχείριση της νόσου αποτελούν βασικά σημεία της μελέτης «Η επιβάρυνση του Διαβήτη και οι Προοπτικές Μεταρρύθμισης: Συμπεράσματα για το Εθνικό Σύστημα Υγείας». Η μελέτη, που εκπονήθηκε από το London School of Economics (LSE) κατόπιν ανάθεσης από την Πλατφόρμα Διαβήτη του ΣΦΕΕ, παρουσιάζει τεκμηριωμένες προτάσεις πολιτικής μεταρρύθμισης βασισμένες σε διεθνείς βέλτιστες πρακτικές.
Η παρουσίασή της πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 6 Μαρτίου 2025 στην Αθηναϊκή Λέσχη, με τη συμμετοχή της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Υγείας, του Ευρωπαϊκού Φόρουμ για τον Διαβήτη, καθώς και εκπροσώπων επιστημονικών εταιρειών, συλλόγων ασθενών και φαρμακευτικών επιχειρήσεων. Οι παρευρισκόμενοι αντάλλαξαν απόψεις, κατέθεσαν προτάσεις και συζήτησαν για τις προκλήσεις, τις ευκαιρίες και τις προοπτικές διαμόρφωσης ρεαλιστικών και εφαρμόσιμων λύσεων στη διαχείριση του διαβήτη.
Η μελέτη παρουσιάστηκε από τον Καθηγητή του LSE, Πάνο Καναβό, αναδεικνύοντας τόσο τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς και το σύστημα υγείας όσο και τις προτεινόμενες στρατηγικές για την αντιμετώπισή τους. Ιδιαίτερη σημασία είχε η πραγματοποίηση, για πρώτη φορά, μιας στρογγυλής τράπεζας διαλόγου με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων φορέων, καθώς και η παρουσίαση επικαιροποιημένων δεδομένων για τον διαβήτη σε ενοποιημένη μορφή. Ο βασικός στόχος της συνάντησης ήταν η ενίσχυση του διαλόγου και η προώθηση πολιτικών που μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση της φροντίδας του διαβήτη στην Ελλάδα.
Το θέμα του διαβήτη μας απασχολεί πολύ σημείωσε ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης που έδωσε το παρών στη συζήτηση. «Προφανώς διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο, σε πρώτο επίπεδο, η διατροφή μας και ο τρόπος ζωής μας. Είναι αποκαρδιωτικό στην Ελλάδα να έχουμε το χαμηλότερο ποσοστό πληθυσμού που αθλείται. Η καλή υγεία είναι πρωτίστως προσωπική μας ευθύνη» είπε στην αρχή της ομιλίας του ο υπουργός Υγείας. Τόνισε πως έχουμε ένα τεράστιο πρόβλημα να αντιμετωπίσουμε: «Η αλλαγή τεχνολογίας σε σχέση με τις παραδοσιακές ταινίες μέτρησης σακχάρου έχει μεν ως αποτέλεσμα πιο αξιόπιστες μετρήσεις για τους ασθενείς, αλλά από την άλλη πλευρά έχει οδηγήσει τον προϋπολογισμό σε εκρηκτική άνοδο. Η επιπλέον χρηματοδότηση το 2024 ήταν σταγόνα στον ωκεανό. Για να δώσω ένα παράδειγμα, το κόστος για τον ΕΟΠΥΥ το τρίμηνο για τους ασθενείς ήταν 300 ευρώ με την παλιά τεχνολογία και με την καινούργια ήταν 1.400 ευρώ. Μας λείπουν αυτά τα χρήματα και πρέπει να τα βρούμε» σημείωσε ο κ. Γεωργιάδης, εξηγώντας πως ο κυριότερος λόγος που θεσπίστηκε το rebate στα ιατροτεχνολογικά προϊόντα ήταν οι επιπλέον πόροι να κατευθυνθούν εξολοκλήρου στον προϋπολογισμό του διαβήτη. «Εάν δεν δράσουμε γρήγορα θα υπάρξει πρόβλημα. Σε κάθε περίπτωση, το θέμα του διαβήτη είναι πρωτεύον και είναι σημαντικό το κομμάτι της πρόληψης. Οι επιπλοκές του φέρνουν ακόμη μεγαλύτερη επιβάρυνση» είπε και κλείνοντας κάλεσε τους συμμετέχοντες να προτείνουν άμεσες κινήσεις για τον έλεγχο, την πρόληψη και την αντιμετώπιση του διαβήτη που θα έχουν πραγματικό αποτέλεσμα.
Όπως σημείωσε από την πλευρά του ο Ολύμπιος Παπαδημητρίου, Πρόεδρος Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος, ο διαβήτης στη χώρα μας αφορά τουλάχιστον ένα εκατομμύριο συμπολίτες μας και το «φορτίο» για το Δημόσιο Σύστημα Υγείας είναι βαρύ. «Είναι μία χρόνια, αλλά και ύπουλη νόσος, καθώς στο ξεκίνημά της μπορεί να μην δώσει ορατά συμπτώματα, όμως επιβαρύνει πολύ το Σύστημα Υγείας και πολλά χρόνια μετά την πρώτη διάγνωση. Επίσης, συνοδεύεται από σοβαρές επιπλοκές που επιβαρύνουν σημαντικά τους προϋπολογισμούς της υγείας» ανέφερε. Για αυτούς τους λόγους, συμπλήρωσε, είναι πολύ σημαντική αυτή η μελέτη για τη χαρτογράφηση της κατάστασης στο ελληνικό περιβάλλον και τις πρακτικές που πρέπει να εφαρμόσουμε. «Αυτό που ζητούμε είναι να καταλήξουμε σε κοινές προτεραιότητες και άμεσες δράσεις που θα μπορέσει άμεσα να προχωρήσει και να εφαρμόσει το Υπουργείο Υγείας» σημείωσε ο Πρόεδρος του ΣΦΕΕ.
Ο Bart Torbeyns, Γενικός Διευθυντής στο Ευρωπαϊκό Φόρουμ για τον Διαβήτη, παίρνοντας στη συνέχεια το λόγο, είπε πως στις προτεραιότητες είναι να έρχονται σε επαφή όλοι οι φορείς για την αντιμετώπιση του διαβήτη, για την καταγραφή των προβλημάτων αλλά και των προτάσεων που υπάρχουν. «61 εκατομμύρια άνθρωποι στην Ευρώπη ζουν με διαβήτη. Είναι σημαντικό το κομμάτι της πρόληψης, αλλά ακόμη υπάρχουν κενά στη συλλογή δεδομένων για την επίπτωση της νόσου. Η καταγραφή και η παρακολούθηση των ασθενών είναι κρίσιμης σημασίας, καθώς αρκετοί ασθενείς παραμένουν αδιάγνωστοι, ενώ σημειώνεται αύξηση και στην εμφάνιση διαβήτη στα παιδιά. Είμαστε σε επαφή με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και τις Κυβερνήσεις για να καταγράψουμε προτάσεις που μπορούν να βοηθήσουν. Εύχομαι και στην Ελλάδα η Κυβέρνηση να βοηθήσει με στόχο της βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών με διαβήτη» υπογράμμισε.
Τα κύρια σημεία της μελέτης
Η μελέτη «Το Βάρος του Διαβήτη και οι Προοπτικές Μεταρρύθμισης: Συμπεράσματα για το Εθνικό Σύστημα Υγείας» αποτελεί μια ολοκληρωμένη κατανόηση του αντίκτυπου του διαβήτη στην ελληνική κοινωνία και εστιάζει στην αντιμετώπιση δύο κρίσιμων πραγματικοτήτων: της αυξανόμενης οικονομικής επιβάρυνσης της νόσου, καθώς και της ικανότητας του συστήματος υγείας να ανταποκριθεί στις εκτεταμένες συνέπειές της.
Παρουσιάζοντας τη μελέτη ο Καθηγητής του LSE Πάνος Καναβός είπε πως βασικός στόχος της ήταν να αποτυπώσει τις προκλήσεις, να εντοπίσει τις βέλτιστες πρακτικές που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν και στη χώρα μας και να προβάλει τις ευκαιρίες για τη μετάβαση σε ολοκληρωμένες μορφές φροντίδας, με αξιοποίηση της ψηφιοποίησης και των δυνατοτήτων της φαρμακευτικής έρευνας.
Αναφερόμενος στα κύρια ευρήματα της μελέτης, τόνισε πως οι θάνατοι από το διαβήτη αυξάνονται όμως δεν έχουμε ακόμη τη συνολική εικόνα (καθώς μετρούνται μόνο οι θάνατοι που στο πιστοποιητικό θανάτου αναγράφεται ο διαβήτης), και παράλληλα αυξάνεται ο επιπολασμός της νόσου στη χώρα μας ( στο 12%). Ταυτόχρονα υπάρχουν κενά στα συστήματα καταγραφής και προβλήματα στην πρόσβαση των ασθενών στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και στη διαχείριση της νόσου. Ο διαβήτης περιλαμβάνεται στις δέκα βασικότερες αιτίες θανάτου και το ποσοστό θανάτων από τη νόσο από 1,4% έχει ανέβει στο 2%.
«Οι προκλήσεις στην αντιμετώπιση της νόσου μπορούν να γίνουν ευκαιρίες. Έχουμε λίγα και κατακερματισμένα δεδομένα που δυσκολεύουν την αντιμετώπιση της νόσου, εμποδίζουν την παρακολούθηση και τη διαμόρφωση ενός Εθνικού Σχεδίου για την αντιμετώπιση της νόσου» είπε. Ζήτησε να αρθούν τα εμπόδια πρόσβασης των ασθενών και στα αστικά κέντρα, αλλά κυρίως και στην περιφέρεια όπου διαπιστώνονται πολλά προβλήματα, να αναπτυχθούν περαιτέρω οι δυνατότητες αξιολόγησης των τεχνολογιών υγείας, αλλά να δοθεί έμφαση και στην ψυχική υγεία.
Η αποτελεσματική αντιμετώπιση του διαβήτη απαιτεί προληπτικές και ολιστικές προσεγγίσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν ολοκληρωμένες στρατηγικές φροντίδας που στοχεύουν σε αυτές τις αλληλένδετες προκλήσεις υγείας. Η ικανότητα της Ελλάδας να αντιμετωπίσει το αυξανόμενο βάρος του διαβήτη και να παρέχει ολοκληρωμένη φροντίδα βελτιώνεται, αλλά το σύστημα υγείας δεν προοδεύει με ρυθμό αρκετά σημαντικό ώστε να έχει τον αντίκτυπο που απαιτείται.
Το ελληνικό σύστημα υγείας -όπως και πολλά από τα Ευρωπαϊκά συστήματα -έχει περιορισμένες δυνατότητες συλλογής και ανάλυσης δεδομένων, γεγονός που καθιστά δύσκολη την πλήρη αποτίμηση του πραγματικού βάρους του διαβήτη και του σχετικού κόστους του. Ωστόσο, είναι γνωστό ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει σημαντική πρόκληση στη διαχείριση του διαβήτη στον πληθυσμό της. Ο επιπολασμός του διαβήτη στην Ελλάδα αναφέρεται στο 12% με αυξητική τάση, αν και ο ακριβής ρυθμός δεν είναι σαφής.
Ως αποτέλεσμα, υπάρχουν πολύ περιορισμένα δεδομένα πραγματικού κόσμου σχετικά με την επίπτωση και την επιδημιολογία των επιπλοκών στη χώρα, τη διαχείρισή τους στην κλινική πρακτική και τα αποτελέσματα φροντίδας που επιτυγχάνονται για τα άτομα με διαβήτη τύπου 1 και τύπου 2.
Την τελευταία δεκαετία, η Ελλάδα έχει καταβάλει προσπάθειες για την ενίσχυση του ρόλου της πρωτοβάθμιας φροντίδας στην αντιμετώπιση του διαβήτη, αναγνωρίζοντας την ανάγκη αντιμετώπισης του κατακερματισμού της φροντίδας και την παροχή στους ασθενείς ενός σαφούς πρώτου σημείου επαφής στο σύστημα υγείας, καθώς και μιας δομημένης διαδρομής για διάγνωση, θεραπεία και παρακολούθηση. Ενώ το ελληνικό σύστημα υγείας αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις στην παροχή συνεπούς και υψηλής ποιότητας φροντίδας για τον διαβήτη, αυτές οι προκλήσεις αποτελούν επίσης σημαντικές ευκαιρίες για μεταρρύθμιση. Η εφαρμογή ουσιαστικών αλλαγών απαιτεί προσεκτική εξέταση της κατανομής των πόρων, των ανταγωνιζόμενων προτεραιοτήτων και της μακροχρόνιας βιωσιμότητας των παρεμβάσεων. Αυτές περιλαμβάνουν:
– Υιοθέτηση Εθνικής Στρατηγικής για τον Διαβήτη: Μια ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική για τον διαβήτη πρέπει να χρησιμεύει ως καθοδηγητικός οδηγός για τη βελτίωση της πρόληψης, της διαχείρισης και της μακροχρόνιας φροντίδας του διαβήτη στην Ελλάδα.
– Ενίσχυση της Ικανότητας της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας για τη Διαχείριση του Διαβήτη: Η ενίσχυση του ρόλου της πρωτοβάθμιας φροντίδας στη διαχείριση του διαβήτη είναι ζωτικής σημασίας για τη μείωση της πίεσης στις ειδικές υπηρεσίες και την εξασφάλιση έγκαιρων παρεμβάσεων.
– Επένδυση στην Υποδομή Δεδομένων για Βελτίωση της Διαλειτουργικότητας και Ανάλυσης: Η βελτίωση της συλλογής δεδομένων, της ενσωμάτωσης και της αξιοποίησης τους είναι κρίσιμη για την λήψη αποφάσεων που βασίζονται σε δεδομένα και για την αποτελεσματική φροντίδα του διαβήτη.
– Διευκόλυνση Ενσωματωμένης Φροντίδας για Άτομα με Διαβήτη: Για να βελτιωθούν τα αποτελέσματα υγείας και να μειωθούν οι νοσηλείες, η Ελλάδα πρέπει να ενισχύσει την ενσωμάτωση της φροντίδας του διαβήτη σε διάφορα επίπεδα του συστήματος υγείας.
– Προώθηση των Δυνατοτήτων Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας (HTA) για Ψηφιακές Υγειονομικές Τεχνολογίες: Η υιοθέτηση καινοτόμων ψηφιακών λύσεων υγείας μπορεί να μεταμορφώσει τη φροντίδα του διαβήτη, αλλά η Ελλάδα χρειάζεται ένα ισχυρό πλαίσιο αξιολόγησης για να εξασφαλίσει την οικονομική αποδοτικότητα και την κλινική αξία.
Με την εφαρμογή αυτών των στρατηγικών μεταρρυθμίσεων, η Ελλάδα μπορεί να δημιουργήσει ένα πιο αποτελεσματικό και βιώσιμο σύστημα φροντίδας για τον διαβήτη, βελτιώνοντας τελικά την υγεία και την ευημερία του πληθυσμού της, ενώ ταυτόχρονα μειώνει την οικονομική επιβάρυνση της ασθένειας.
Πηγή : dailypharmanews